Σάββατο 27 Μαΐου 2017

Μ. Αλέξανδρος ~ Οι ένοπλες δυνάμεις, διοίκηση & ψυχολογία του στρατεύματος


Στα αρχαία ελληνικά κράτη οι ελεύθεροι πολίτες τους ήταν καταγεγραμμένοι σε καταλόγους, που φυλάσσονταν σε κάποιο ιερό, συνήθως στο Μητρώον

Οι στρατοί τους διέθεταν οργάνωση ανάλογη του σημερινού 1ου Επιτελικού Γραφείου και το προσωπικό τους ήταν επίσης καταγεγραμμένο σε καταλόγους. Καταγραφόταν ακόμη και η εν γένει συμπεριφορά των στρατιωτών, μισθοφόρων και μη, και ενημερώνονταν οι αρμόδιες αρχές του...
κράτους προέλευσής τους, για να τους τιμωρήσει σύμφωνα και με τη δική του νομοθεσία ή να τους απονείμει τις τιμές, που είχαν αποφασισθεί από τις στρατιωτικές αρχές. Στη στρατιά του Αλεξάνδρου, το τελευταίο πρακτικά ίσχυε μόνο για τους Μακεδόνες, διότι ο Αλέξανδρος ως βασιλιάς της Μακεδονίας μπορούσε να δώσει διαταγές στις Μακεδονικές Αρχές σχετικά με Μακεδόνες πολίτες, αλλά δεν μπορούσε να διατάξει άλλο ελληνικό κράτος σε σχέση με τους δικούς του πολίτες.

Οι απόμαχοι και αποστρατευόμενοι διαγράφονταν από τους καταλόγους των μαχίμων και εγγράφονταν σε άλλους καταλόγους, μέχρι την επάνοδό τους σε κάποιο σημείο της Ελλάδας και την οριστική αποστρατεία τους. Οι αναφορές, οι επιθεωρήσεις και οι παρελάσεις του στρατεύματος ήταν όπως ακριβώς τις γνωρίζουμε και σήμερα.

Ο σύγχρονος Ελληνικός Στράτος Ξηράς διακρίνεται σε Όπλα και Σώματα. Όπλα είναι τα στοιχεία του στρατού, που έχουν αποστολή να διεξάγουν τον αγώνα ή να συμμετέχουν άμεσα σ΄ αυτόν (Πεζικό, Ιππικό-Τεθωρακισμένα, Πυροβολικό, Μηχανικό, Διαβιβάσεις). Σώματα καλούνται τα στοιχεία του Στρατού, που διαθέτουν μονάδες εκστρατείας και προσφέρουν υποστήριξη Διοικητικής Μέριμνας (Τεχνικό, Εφοδιασμού & Μεταφορών, Υλικού Πολέμου, Υγειονομικό). Επίσης Σώματα καλούνται και τα στοιχεία του Στρατού, που δεν διαθέτουν μονάδες εκστρατείας, αλλά προσφέρουν κάθε μορφής υποστήριξη Διοικητικής Μέριμνας (Οικονομικό, Γεωγραφικό, Ελεγκτικό, Στρατιωτικών Γραμματέων, Ταχυδρομικό, Μουσικό). Κοινά Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων είναι το Δικαστικό, το Θρησκευτικό, το Στρατολογικό και το Σώμα Αδελφών Νοσοκόμων. Στη συνέχεια παραθέτουμε την οργάνωση του σύγχρονου Ελληνικού Στρατού και την αντιστοίχιση με τα τμήματα των αρχαίων στρατών:
  • Ιππικό-Τεθωρακισμένα: βαρύ και ελαφρύ ιππικό, δρεπανηφόρα άρματα, πολεμικοί ελέφαντες
  • Πυροβολικό: Καταπέλτες (οξυβελείς και λιθοβόλοι)
  • Μηχανικό: συνεργεία επιφορτισμένα με γεφυρώσεις ποταμών και τάφρων, λύση και αρμολόγηση πλοίων, κατασκευή ασκοσχεδιών και  υποσκάψεις τειχών
  • Διαβιβάσεις: δρομοκήρυκες, αυλητές, σαλπιγκτές, πυρσωροί, χειριστές σημαιών
  • Τεχνικό: συνεργεία, που συντηρούσαν κι επισκεύαζαν τις πολεμικές μηχανές, τα σκευοφόρα και τον πάσης φύσεως εξοπλισμό
  • Εφοδιασμού-Μεταφορών: διοικητική μέριμνα, σκευοφόρα
  • Υλικού Πολέμου: διαχειριστές του εξοπλισμού, που προερχόταν από την Ελλάδα ή καταλαμβανόταν ως λάφυρο
  • Υγειονομικό: γιατροί, ασθενοφόρες άμαξες
  • Οικονομικό: διαχειριζόταν το ταμείο της στρατιάς. Πρώτος ανέλαβε αυτή τη θέση ο παιδικός φίλος του Αλεξάνδρου, Άρπαλος
  • Γεωγραφικό: δεν έχουμε εξειδικευμένες πληροφορίες, αλλά είναι αδύνατο να πιστέψουμε ότι οι αρχαίοι ελληνικοί στρατοί δεν διέθεταν χάρτες των περιοχών, όπου κατά παράδοση επιχειρούσαν. Οι Πέρσες ασφαλώς θα διέθεταν χάρτες των δικών τους εδαφών και ασφαλώς σ’ αυτούς τους χάρτες οφείλεται η εκπληκτική άνεση, με την οποία κινήθηκε ο Αλέξανδρος. Η ύπαρξη του Γεωγραφικού Σώματος ήταν υποχρεωτική, όταν ο Αλέξανδρος διέταξε τον Νέαρχο να εξερευνήσει τον Ινδικό Ωκεανό και τον Περσικό Κόλπο, τους Ιέρωνα, Αρχία και Ανδροσθένη τα παράλια της Αραβίας, και τον Ηρακλείδη την Κασπία Θάλασσα
  • Ελεγκτικό: δεν αναφέρεται ρητώς, αλλά μόνο με την ύπαρξη ελεγκτών ήταν δυνατή η τήρηση της τάξης, ο εντοπισμός και η αποτροπή καταχρήσεων
  • Στρατιωτικών Γραμματέων: αἱ βασίλειοι ἐφημερίδες, δηλαδή το ημερολόγιο της Αυλής, απετέλεσε την εγκυρότερη πηγή πληροφοριών για τους αρχαίους ιστορικούς του Αλεξάνδρου. Υπεύθυνος για την τήρησή τους ήταν ο γραμματέας Ευμένης από την Καρδία
  • Ταχυδρομικό: γραμματοφόροι
  • Μουσικό: ποτέ στην ιστορία δεν υπήρξε στρατός χωρίς μουσικούς. Ίσως ήταν οι ίδιοι με τους αυλητές και σαλπιγκτές, που διεβίβαζαν τα παραγγέλματα στη μάχη
  • Δικαστικό: ήταν αδιανόητη η επιβολή αυθαίρετων ποινών στους ελεύθερους πολίτες, που συγκροτούσαν τη στρατιά. Η διεξαγωγή κάποιου είδους δίκης ήταν επιβεβλημένη, ώστε να μην εξαναστούν τα συμμαχικά κράτη, όταν τιμωρούνταν στρατιωτικοί προερχόμενοι απ’ αυτά. Ειδικά για τους Μακεδόνες και τα σοβαρά εγκλήματα κατά του κράτους υπήρχε ηΕκκλησία των Μακεδόνων
  • Θρησκευτικό: μάντεις και ιερείς
  • Στρατολογικό: δεν προκύπτει ως αυτόνομο τμήμα, αλλά ο Αλέξανδρος κατ’ επανάληψη έστειλε αξιωματικούς στα μετώπισθεν, για να στρατολογήσουν νέους στρατεύσιμους
Δηλαδή, αν εξαιρέσουμε τα τμήματα και τους κλάδους των σημερινών Ενόπλων Δυνάμεων, που δημιουργήθηκαν με την τεχνολογική εξέλιξη (π.χ. αεροπορία, υποβρύχια, πληροφορική), οι αρχαίοι ελληνικοί στρατοί δεν υστερούσαν σε τίποτα, ούτε ως προς την οργάνωση ούτε ως προς την αποτελεσματική διοίκησή τους. Φυσικά, η οργάνωση από μόνη της δεν επαρκεί για να επιτύχει ένας στρατός τόσες πολλές νίκες σε τόσο εκτεταμένα εχθρικά εδάφη σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Περισσότερο χρειάζεται η αποφασιστικότητα των στρατιωτών, την οποία οι Μακεδόνες έδειξαν σε κάθε περίπτωση. Όμως υπάρχει κι ένας διαταρακτικός όρος, τον οποίο εντοπίζει ο Ξενοφών: «όσο πιο πολλοί είναι οι στρατιώτες τόσο περισσότερα σφάλματα διαπράττουν». Και πράγματι, αυτό το είδαμε αρκετές φορές από τους Μακεδόνες. Μία αιφνιδιαστική έξοδος του στόλου των Τυρίων προκάλεσε αναστάτωση και απώλειες στο ναυτικό των συμμάχων. Όταν ο Αλέξανδρος φοβούμενος τον οιωνό, αποσύρθηκε από την πολιορκία της Γάζας, οι Άραβες υπερασπιστές της έτρεψαν σε φυγή τους άντρες του. Σ’ αυτές τις δύο περιπτώσεις ο Αλέξανδρος επιτιθέμενος ο ίδιος κατόρθωσε να αποκρούσει τους βαρβάρους και να σώσει το γόητρο του μακεδονικού στρατού. Κατά την πολιορκία των Μασσάγων η προθυμία των Μακεδόνωνυπασπιστών να ανεβούν στα τείχη γκρεμίζει τις γέφυρες. Όταν ο Αλέξανδρος αποκόπηκε και λίγο έλειψε να σκοτωθεί στην πόλη των Μαλλών, οι Μακεδόνες στη βιασύνη τους να ανεβούν στο τείχος συνωθήθηκαν και έσπασαν τις κλίμακες. Σε όλες τις μάχες οι επιτελείς του αγωνιούσαν, διότι πολεμούσε στην πρώτη γραμμή «σαν στρατιώτης και όχι ως στρατηγός», διοικούσε δηλαδή δίνοντας το προσωπικό παράδειγμα. Εκτός απ’ αυτό, στην αποτελεσματικότερη διοίκηση του στρατεύματος συνέτειναν και συγκεκριμένες επιμέρους ενέργειες, όπως οι παρακάτω.


Επιβράβευση: όπως είδαμε, η αμοιβή των στρατιωτών περιελάμβανε και κάποιες παροχές επιπλέον του βασικού μηνιαίου μισθού τους. Αυτές ήταν συνάρτηση των δυσκολιών, που αντιμετώπιζαν, του πλούτου, που μπορούσαν να αρπάξουν από τους εχθρούς, και της διάθεσης του εργοδότη να τους ευχαριστήσει. Ήταν επίσης συνάρτηση της γενικότερης και ειδικότερης προσφοράς του καθενός στον κοινό αγώνα. Δηλαδή, πόσο φιλικό προς τον Ηγεμόνα ήταν το κάθε κράτος προέλευσης των συμμάχων, τι φορτίο σήκωσε στη μάχη κάθε τμήμα (λόχος, ίλη, πεζοί, ιππείς, ψιλοί κλπ), τι βαθμό είχε ο καθένας και φυσικά πόσο διακρίθηκε ο κάθε πολεμιστής ξεχωριστά. Αν η μάχη προμηνυόταν σκληρή και αμφίρροπη, τα βραβεία ανακοινώνονταν προκαταβολικά, ώστε να εξάψουν το μένος των στρατιωτών. Αν η μάχη αποδεικνυόταν εκ των υστέρων σκληρή και δύσκολη, επίσης εκ των υστέρων μεγάλωναν τα βραβεία σε σχέση με τα προαναγγελθέντα. Οι πάσης φύσεως αμοιβές επιπλέον του μισθού ήταν το ισχυρότερο δέλεαρ για την προσέλευση περιστασιακών μισθοφόρων και ο Αλέξανδρος σε όλη την εκστρατεία φρόντιζε επιμελώς να διατηρεί ικανοποιημένους τους στρατιώτες του και να τους ζηλεύουν, όσοι δεν τον ακολούθησαν εξ αρχής. Φυσικά εκμεταλλεύθηκε τους άφθονους πόρους του κράτους των Αχαιμενιδών και εκτός από τους διάφορους βαρβάρους, που εντάσσονταν υποχρεωτικά στη στρατιά του, κατόρθωσε να δελεάζει διαρκώς τους Έλληνες, που δεν έπαψαν ποτέ να συρρέουν σε μεγάλους αριθμούς. Η εντυπωσιακότερη απόδειξη ότι το σύστημα επιβραβεύσεων του Αλεξάνδρου πέτυχε απόλυτα, είναι ότι σχεδόν 10 χρόνια μετά την έναρξη της εκστρατείας έφτασε στην Ινδία συμμαχική δύναμη πεζών και ιππέων από την Ελλάδα, ίση με το σύνολο Ελλήνων και βαρβάρων της αρχικής στρατιάς. Μία άλλη μορφή επιβράβευσης, άμεσα χρήσιμης στην οργάνωση και λειτουργία του στρατού ήταν οι προαγωγές. Ο καταλληλότερος χρόνος ήταν μετά από μάχες, όπου είχαν πέσει κάποιοι βαθμοφόροι και κάποιοι άλλοι κατώτεροί τους είχαν αποδείξει τις ικανότητές να καταλάβουν τις χηρεύουσες θέσεις.


Συνεννόηση: σήμερα μόνο στην Κύπρο εξακολουθεί να ομιλείται διάλεκτος δυσνόητη στους υπόλοιπους Έλληνες. Οι διαφορές μεταξύ των διαλέκτων της Ελλάδας έχουν αμβλυνθεί πλέον σε τέτοιο βαθμό, ώστε καταβάλλονται προσπάθειες να διατηρηθούν ως λαογραφικό στοιχείο. Αλλά,όπως είδαμε, στην αρχαιότητα τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Αυτό φαίνεται καθαρά και στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων, όπου οι διαφορές μεταξύ των διαλέκτων είναι πολύ έντονες. Οι στρατιωτικοί ηγέτες, που κάθε άλλο παρά αποτελούσαν εξαίρεση, αντιμετώπιζαν οξύ πρόβλημα στη συνεννόησή τους με στρατιωτικούς από άλλα ελληνικά έθνη. Ο Αινείας ο Τακτικός, που συνέγραψε μόλις τρεις δεκαετίες πριν τον Αλέξανδρο, αναφέρει περιπτώσεις στρατιωτικής αποτυχίας λόγω διαφοράς στις διαλέκτους και τις τοπικές συνήθειες των στρατιωτών. Συνιστούσε δε να χρησιμοποιούν ως αναγνωριστικά συνθήματα λέξεις κοινές για όλους τους Έλληνες και όχι όρους, που διέφεραν από διάλεκτο σε διάλεκτο ή από έθνος σε έθνος. Ακόμη και τα επίθετα των θεών (π.χ. Ενυάλιος [Άρης], Παλλάς [Αθηνά]) συνιστούσε να αποφεύγουν, διότι μπορούσαν να προκαλέσουν σύγχυση. Είναι αυτονόητο ότι σε ένα στράτευμα, που εκτός από τα διάφορα ελληνικάέθνη περιελάμβανε και βαρβαρικά, η συνεννόηση ήταν πιο δύσκολη και απαιτούσε τη μεσολάβηση διερμηνέων, με αποτέλεσμα μόνο τα βασικά παραγγέλματα με σάλπιγγες ή σημαίες να είναι κατανοητά χωρίς δυσκολία.


Λιποταξίες: το φαινόμενο της λιποταξίας είναι εξίσου παλαιό με τον πόλεμο και εμφανιζόταν ακόμη και στους μισθοφόρους. Γι’ αυτό οι Έλληνες τοποθετούσαν τα πιο έμπιστα τμήματα στο τέλος του σχηματισμού πορείας, ώστε κάποιο απ’ όλα να μπορεί πάντοτε να συλλάβει όσους επιχειρούσαν να λιποτακτήσουν. Ρητώς αναφέρεται ότι ο Αλέξανδρος έλαβε το μέτρο αυτό κατά την κάθοδο του Ινδού. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι μόνο τότε φοβήθηκε ή διαπίστωσε λιποταξίες, αλλά ίσως τότε να ήταν οξύτερο του πρόβλημα και εντονότερο το μέτρο. Μία άλλη μέθοδος για την αποτροπή και τον περιορισμό των λιποταξιών ήταν η παρακράτηση μέχρι και του ¼ του μισθού των στρατιωτών και η απόδοσή του στους δικαιούχους, όταν λυνόταν ομαλά η σύμβαση εργασίας τους. Έτσι, όσοι λιποτακτούσαν, υφίσταντο υπολογίσιμη οικονομική απώλεια. Επίσης οι συνακολουθούντες οικείοι (γυναίκες και παιδιά) των στρατιωτών αποτελούσαν εν δυνάμει ομήρους και τρόπον τινά παράγοντα αποτρεπτικό της λιποταξίας.

Πρέπει ακόμη να αναφέρουμε ότι στους ελληνικούς στρατούς του 4ου π.Χ. αιώνα στις μάχες διακινδύνευαν τη ζωή τους οι στρατηγοί, όχι όμως και οι πολιτειακοί άρχοντες. Οι δύο γνωστές εξαιρέσεις αυτού του κανόνα ήταν η Σπάρτη και η Μακεδονία. Η Σπάρτη, διότι είχε δύο βασιλείς, ο ένας εκ των οποίων οδηγούσε το στρατό στη μάχη και ο άλλος συνέχιζε να διοικεί το κράτος ανεξάρτητα από την τύχη του πρώτου. Η Μακεδονία, διότι είχε διατηρήσει την αριστοκρατική δομή και η θέση του κάθε αριστοκράτη στην ιεραρχία συναρτάτο προς τη γενναιότητά του. Βέβαια ο κύριος λόγος, που ωθούσε τον Αλέξανδρο να διακινδυνεύει τη ζωή του στην πρώτη γραμμή, ήταν πρωτίστως ο ορμητικός και ριψοκίνδυνος χαρακτήρας του. Η επίσης αριστοκρατική δομή του κράτους τους έκανε και τους Πέρσες αξιωματούχους να συνωθούνται στην πρώτη γραμμή ή να πρωταγωνιστούν σε μονομαχίες, τις οποίες οι Έλληνες είχαν προ πολλών αιώνων ξεχάσει. Έτσι ο Δαρείος Γ΄, πριν γίνει Μέγας Βασιλεύς, μονομάχησε με έναν Καδούσιο και ο Σατιβαρζάνηςπρότεινε στον Ερύγιο τον Μυτιληναίο να κριθεί η αμφίρροπη μάχη με μονομαχία των δύο τους.

Η ψυχολογία του στρατιώτη ήταν ανέκαθεν μία από τις θεμελιώδεις μεταβλητές στη διοίκηση ενός στρατεύματος, γι’ αυτό υπήρξε αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής από τους ηγέτες του και εκμετάλλευσης από τον εχθρό. Όπως προκύπτει από τον Αρριανό και τον Αστερίξ, οι Γαλάτεςφοβόντουσαν μόνο μην πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους. Αυτό το σχήμα λόγου τόνιζε όχι τη γενναιότητα των Γαλατών, αλλά τον απόλυτα δικαιολογημένο φόβο όλων των αρχαίων πολεμιστών για τα καιρικά φαινόμενα. Κατά την παραμονή των στρατιωτών σε άγνωστες περιοχές δεν ήταν σπάνιο να σκοτωθούν αρκετοί από κεραυνούς ή να παρασυρθούν από πλημμυρισμένους χειμάρρους. Εξάλλου σε μία τέτοια περίπτωση οφείλεται η καταστροφή της στρατιάς του Αλεξάνδρου στη Γεδρωσία.

Μία άλλη ψυχολογική αντίδραση των αρχαίων στρατιωτών, που με τα σημερινά δεδομένα μπορεί να φαίνεται παράξενη, ήταν ο πανικός. Παρουσιαζόταν κυρίως τη νύχτα και οφειλόταν συνήθως στην κακή ή ανύπαρκτη ενημέρωση, που μεγέθυνε και εξάπλωνε σ’ όλο το στρατόπεδο κάποια μικροαναστάτωση. Οι αρχαίοι στρατιωτικοί συγγραφείς αναφέρουν τρόπους καταστολής του πανικού στο φιλικό στρατόπεδο και πρόκλησής του στο εχθρικό, ώστε να ακολουθήσει νυκτερινή επιδρομή.
Η παρουσία του ανώτατου στρατιωτικού ή πολιτειακού ηγέτη έδινε αυτοπεποίθηση στις φιλικές δυνάμεις και προκαλούσε ανησυχία, ακόμη και τρόμο, στους εχθρούς. Έτσι, βλέπουμε τον Αλέξανδρο να τρομοκρατεί με τη φυσική του παρουσία τις εχθρικές φρουρές ή να ανακόπτει τη φυγή των Μακεδόνων και να τρέπει σε φυγή τους μέχρι εκείνη τη στιγμή διώκτες τους. Αντίθετα, η απώλεια ή η φυγή του ηγέτη αναπτέρωνε το ηθικό του εχθρού και έσπερνε τρόμο στις φιλικές δυνάμεις. Γι’ αυτό η φυγή του Δαρείου στην Ισσό και ειδικά στα Γαυγάμηλα προκάλεσε τη φυγή και του περσικού ιππικού, που μέχρι εκείνη τη στιγμή πίεζε ασφυκτικά τις δυνάμεις του Αλεξάνδρου. Αλλά και στις δύο κρίσεις υγείας του Αλεξάνδρου, στην Ταρσό και ειδικά στη χώρα των Μαλλών, το ηθικό των Μακεδόνων κατέρρευσε στη σκέψη ότι θα έμεναν χωρίς τον ικανό ηγέτη τους σε χώρες ιδιαίτερα εχθρικές. Και στις δύο περιπτώσεις η κατάπτωση του ηθικού τους ήταν τέτοια, ώστε ο Αλέξανδρος υποχρεώθηκε να εμφανισθεί μπροστά τους, για να ηρεμήσουν.

Η διαβολή ήταν άλλη μία ψυχολογική μέθοδος, την οποία χρησιμοποιούσαν οι εμπόλεμοι, για να κάνουν επιφυλακτικούς τους συνεργάτες των αντιπάλων τους και πλήξουν την απόδοση του επιτελείου τους. Ο Αλέξανδρος φέρεται να εξαίρεσε από τη λεηλασία τα κτήματα του Μέμνονα του Ρόδιου, ώστε οι Πέρσες να τον θεωρήσουν ύποπτο συναλλαγής και σ’ αυτό αποδίδεται εμμέσως το ότι απέρριψαν την πρότασή του για εφαρμογή της καμένης γης. Αλλά και οι Πέρσες είχαν ανάλογες επιτυχίες και λίγο έλειψε να προκαλέσουν το θάνατο του Αλεξάνδρου. Είχαν προκηρύξει αμοιβή για όποιον τον σκότωνε με αποτέλεσμα, όταν αρρώστησε στην Ταρσό οι γιατροί να μην τον βοηθούν, διότι φοβούνταν την οργή των Μακεδόνων σε περίπτωση αποτυχίας τους και θανάτου του. Οι Πέρσες είχαν επίσης διαδώσει, ότι ο γιατρός Φίλιππος από την Ακαρνανία είχε δωροδοκηθεί, για να τον δολοφονήσει με φάρμακο, κάτι το οποίο είχε πιστέψει τουλάχιστον ο Παρμενίων.

Υπήρχαν και άλλες μέθοδοι κλονισμού του ηθικού του αντιπάλου και ως μία απ’ αυτές μπορούμε να θεωρήσουμε τις δύο απαντητικές επιστολές του Αλεξάνδρου προς τον Δαρείο, ιδίως δε την πρώτη, όπου του απευθύνεται ως Μέγας Βασιλεύς προς υποτελή βασιλέα. Αναφέρεται ακόμη η περίπτωση, όπου οι καταδιωκόμενοι Μύριοι αυθόρμητα προκάλεσαν κακώσεις στους σκοτωμένους εχθρούς, ώστε να εμφανίζουν στους δικούς τους φρικιαστικό θέαμα. Ο Νέαρχος πάλι κατόρθωσε να αντιστρέψει το πεσμένο ηθικό των ναυτών του, όταν συνάντησαν τις φάλαινες στον Ινδικό Ωκεανό, παρατάσσοντας το στόλο για ναυμαχία και δίνοντας τη διαταγή επίθεσης. Μ’ αυτόν τον τρόπο υποβίβασε στη σκέψη των πληρωμάτων τα πρωτόγνωρα θαλάσσια τέρατα σε συνηθισμένο εχθρό, για να αποσπάσει τη συνηθισμένη ανδρεία τους.

Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Αλέξανδρος σε κάθε ευκαιρία έδειξε ότι ήταν εξαιρετικά ικανός στη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων. Μετά τη μάχη του Γρανικού τίμησε τους πεσόντες και επισκέφθηκε έναν προς έναν τους τραυματίες, τους οποίους άφησε να του εξιστορήσουν τα ανδραγαθήματά τους. Μετά τη μάχη της Ισσού έθαψε με τις πρέπουσες τιμές τους πεσόντες και αντάμειψε με επαίνους και δωρεές, όσους διακρίθηκαν. Μετά την τελευταία και καθοριστική μάχη των Γαυγαμήλων μοίρασε γενναίες δωρεές σε όλο το στράτευμα από τα κατασχεθέντα στο περσικό στρατόπεδο χρήματα. Σε όλες δε τις αποστρατεύσεις χορηγούσε πολύ σημαντικά ποσά.


ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ & ΗΘΙΚΗ
(Ηρόδοτος Γ.12, Ζ.52, 80, Η.27, Θουκυδίδης Α.3, Α.11, Β.14, 18, Ξενοφών Κύρου Ανάβασις Α.ΙΙ.1, VI.1, Χ.18, Β.ΙΙ.16, V.19-20, Δ.ΣΤ.26, Ε.ΙΙ.4, Ε.ΙΙΙ.4, ΣΤ.IV.23, VI.1, 38, Ζ.ΙΙ.7, ΙV.2, 12, Ιππαρχικός 4.17, Αινείας ο Τακτικός 8, 10.23, Αρριανός Ε.2, Διόδωρος ΙΣΤ.21.2, 41, 48.3, 53, 57.2, 73, ΙΖ.14.3, 23.5, 35, ΙΗ.25.5, Πλούταρχος Αλέξανδρος 59.6-8, Πολύαινος Α.34, Γ.10.5)
Το να κρίνουμε εξ ιδίων τα αλλότρια είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό, είναι όμως και το πλέον εσφαλμένο κριτήριο, όταν χρησιμοποιείται για άλλους λαούς ή άλλες εποχές. Την εποχή του Αλεξάνδρου ο κλασικός Ελληνικός πολιτισμός βρισκόταν στο απόγειό του, αλλά η πολιτική είχε με τον πολιτισμό την ίδια σχέση, που διατηρεί και σήμερα: καμία! Αντικείμενο της πολιτικής ήταν ανέκαθεν η εξουσία και η οικονομική κυριαρχία. Ακόμη και στην Αθήνα, τη λαμπρότερη Δημοκρατία όλων των εποχών, τη μητρόπολη του κλασσικού ελληνικού πολιτισμού και πατρίδα του σημερινού Δυτικού πολιτισμού, τα δημοκρατικά δικαιώματα περιορίζονταν μόνο σε ένα μέρος του πληθυσμού, τους (άρρενες) Αθηναίους πολίτες. Σ’ αυτήν την κοινωνία, την πλέον εξελιγμένη μεταξύ όλων των Ελληνικών, από τη μία πλευρά απαγορευόταν ο φόνος δούλου και από την άλλη δεν υπήρχε καμία αναστολή στην καταστροφή άλλων πόλεων και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων τους. Κάθε ελληνικό κράτος εφάρμοζε τον νόμο μέσα στην επικράτειά του και έξω από τα όριά του διεκδικούσε εξουσία και πλούτο χωρίς ηθικές αναστολές, αλλά και χωρίς να αναζητά ηθικά προσχήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπήρχε ανηθικότητα. Απλώς δεν είχε εμφανισθεί ο χριστιανισμός, δεν είχαν διατυπωθεί οι ανθρωπιστικές αρχές, και η ηθική είχε διαφορετικό περιεχόμενο. Στην πράξη βέβαια, τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε μέχρι σήμερα και δικαιώματα εξακολουθούν να έχουν μόνο όσοι έχουν τη ισχύ να επιβάλουν το σεβασμό σ’ αυτά.

Στους αρχαίους λοιπόν ήταν προφανές το καλό, το κακό και το πότε οι στρατηγικές επιλογές είχαν φτάσει στα άκρα. Όμως όσο σκληρή ή απάνθρωπη (όπως θα λέγαμε σήμερα) και αν ήταν μία στρατηγική επιλογή, δεν υπήρχε νόμος, που να καταδικάζει όσους τις έκαναν. Αντίθετα, το αρχαίο πολεμικό δίκαιο προέβλεπε ένα πλήθος από σκληρές συνέπειες για τους ηττημένους. Η επιβολή τους δεν ήταν υποχρεωτική και γι’ αυτό οι Σπαρτιάτες δεν κατέστρεψαν την Αθήνα, ούτε εξανδραπόδισαν τους Αθηναίους, που ηττήθηκαν στον Πελοποννησιακό πόλεμο, παρά τις πιέσεις των Θηβαίων και των Μεγαρέων. Ωστόσο η απειλή επιβολής τους αποτελούσε μέθοδο εκφοβισμού των αντιπάλων και συνέτισης των συμμάχων. Αυτές οι ενέργειες εντάσσονταν στην γενικότερη πολεμική ηθική όλων των αρχαίων Ελλήνων και δεν αποτελούσαν κάτι το ξεχωριστό κατά περίπτωση.

Επίσης οι στρατιωτικές δαπάνες ήταν απολύτως αναγκαίες για την επιτυχή πολιτική δράση και απαιτούσαν τεράστια ποσά. «Χρειάζονται λοιπόν χρήματα και τίποτα δεν γίνεται χωρίς αυτά», όπως διαπίστωσε ο Δημοσθένης. Η ανεπάρκεια πόρων ήταν κατά τον Θουκυδίδη ο λόγος, που οι Έλληνες δεν μπόρεσαν να κάνουν κάποια μεγάλης κλίμακας συμμαχική επιχείρηση πριν τον Τρωικό πόλεμο. Ακριβώς λόγω της ανεπάρκειας πόρων, ένα μέρος του εκστρατευτικού σώματος στην Τροία αποσπάσθηκε από το μέτωπο και επιφορτίσθηκε με την εξασφάλιση εφοδίων, επιτρέποντας έτσι στους Τρώες να αντισταθούν επί 10 χρόνια.

Εν ολίγοις η στρατηγική των αρχαίων Ελλήνων προέβλεπε μία σειρά από ενέργειες, που δεν ήταν ούτε ανήθικες ούτε παράνομες, αν και μερικές ήταν κατακριτέες.

Απόσπαση ανταλλαγμάτων από εχθρούς, φίλους και συμμάχους με την υπόσχεση ότι έτσι θα αποφύγουν τα χειρότερα: συνήθως ήταν συμβιβασμός επωφελής και για τα δύο μέρη. Ο Αλέξανδρος διέταξε τους Ασπένδιους να δώσουν ως αμοιβή στη στρατιά του 50 τάλαντα, για να μην τοποθετήσει στην πόλη τους φρουρά, η συντήρηση της οποίας θα βάρυνε τους κατοίκους. Κάτι ανάλογο πρέπει να υποθέσουμε και στην παράδοση των Παφλαγόνων.

Λεηλασία: αποτελούσε τον συνηθέστερο τρόπο αρπαγής πόρων από τις μη φιλικές (εχθρικές και ουδέτερες) δυνάμεις. Οι συνηθέστερες μορφές της ήταν η σκύλευση των πεσόντων νεκρών και η λαφυραγώγηση του στρατοπέδου του ηττημένου. Η σκύλευση (αφαίρεση του οπλισμού από τους πεσόντες εχθρούς) είναι αρχέγονη συνήθεια και περιγράφεται επαρκώς στην Ιλιάδα, ενώ η περιγραφή του Διόδωρου για τη λαφυραγώγηση του πλούσιου στρατοπέδου των Περσών μετά τη μάχη της Ισσού είναι ιδιαίτερα γλαφυρή. Στο τέλος της κάθε μάχης ο νικητής ήταν σαν να βρισκόταν σε ένα τεράστιο κατάστημα οπλισμού, από το οποίο μπορούσε να διαλέξει ό,τι ήθελε χωρίς χρέωση. Η λεηλασία γινόταν είτε ατομικά, οπότε επιτρεπόταν στους άντρες να κρατούν ό,τι άρπαζε ο καθένας, είτε συλλογικά, οπότε έβγαινε ολόκληρο το στράτευμα και ό,τι συγκέντρωνε αποτελούσε κοινό κτήμα. Μερικές φορές η εχθρική περιοχή χωριζόταν σε τομείς, κάποιους από τους οποίους λεηλατούσαν οι στρατιώτες για ίδιο όφελος και κάποιους άλλους για να εξασφαλίσουν πόρους στη στρατιά. Οι στρατιώτες μοιράζονταν τα κοινά λάφυρα ή τις εισπράξεις από την πώλησή τους, με την ίδια αναλογία που ίσχυε για όλες τις επιπλέον αμοιβές τους. Για να γίνουν πιο κατανοητές οι πολεμικές συνήθειες των Ελλήνων του 4ου π.Χ. αιώνα, αναφέρουμε το παρακάτω περιστατικό. Ο Αθηναίος στρατηγός Ιφικράτης περιέπλεε με ναυτική δύναμη την Κέρκυρα, όπου κατέλαβε τα πλοία, με τα οποία ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος έστελνε στα ιερά της Ολυμπίας και των Δελφών αγάλματα από χρυσό και ελεφαντόδοντο. Ο Ιφικράτης ρώτησε το Δήμο των Αθηνών τι να πράξει και οι Αθηναίοι του απήντησαν να μην τον απασχολούν τα θεία, αλλά η διατροφή των στρατιωτών του. Έτσι ο Ιφικράτης πούλησε ως λάφυρα πολέμου τα ιερά αναθήματα ενός ουδέτερου ελληνικού κράτους προς τα δύο σημαντικότερα ιερά όλων των αρχαίων Ελλήνων. Εννοείται ότι η Δημοκρατία των Αθηνών δεν υπέστη καμία κύρωση γι’ αυτήν την εντελώς πειρατική και ιερόσυλη ενέργεια.
Από τις παραπάνω περιπτώσεις ο Αλέξανδρος εφάρμοσε στην εκστρατεία του τη λεηλασία των εχθρικών περιοχών, για να τροφοδοτεί το στράτευμα, και τη λαφυραγώγηση των πόλεων που αντιστάθηκαν, με εξέχουσα την Περσέπολη, ενώ όπως ήταν φυσικό κατέσχεσε τα Δημόσια Ταμεία της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών. Όταν έπρεπε να εξασφαλισθούν εφόδια σε μία εχθρική περιοχή για ένα μικρό στρατιωτικό τμήμα, λάμβαναν χώρα καταδρομικές επιχειρήσεις από μικρά και ταχυκίνητα συνεργεία λεηλατών εξοπλισμένα με μικρά δόρατα, ασκούς, σάκκους και διάφορα αγγεία. Όταν έπρεπε να εξασφαλισθούν εφόδια για ολόκληρη τη στρατιά του Αλεξάνδρου, είναι λογικό οι σχετικές επιχειρήσεις να διεξάγονταν από μεγαλύτερα και λιγότερο ταχυκίνητα τμήματα, στα οποία συμμετείχε το ιππικό και μεγάλος αριθμός σκευοφόρων.

Όμηροι: ήταν απαραίτητοι είτε ως εγγύηση για την τήρηση μίας συμφωνίας, είτε για να εξασφαλίζουν στον δεσμώτη τους την υπακοή, ανοχή ή συνεργασία των κρατών προέλευσής τους. Ήταν συνηθέστατη τακτική για Έλληνες και βάρβαρους και ο ίδιος ο πατέρας του Αλεξάνδρου είχε διατελέσει όμηρος των Ιλλυριών στη Θήβα. Υπήρχαν όμως και άλλοι λόγοι για τη σύλληψη ή την παράδοση ομήρων, με συνηθέστερο τον εξαναγκασμό των οικείων τους να συνεργασθούν (π.χ. να γίνουν οδηγοί του στρατού εισβολής). Ο Μέμνων ο Ρόδιος φέρεται να έστειλε την οικογένειά του στο Δαρείο ως ομήρους, ώστε να αυξήσει την εμπιστοσύνη του Μεγάλου Βασιλέως προς το πρόσωπό του και να προαχθεί. Όμηροι συλλαμβάνονταν και σε μία στυγνή παραλλαγή του κοινού εγκλήματος της απαγωγής, οπότε απλώς εζητούντο λύτρα για την απελευθέρωσή τους. Οι έφηβοι γιοι των Μακεδόνων αριστοκρατών, που υπηρετούσαν τον εκάστοτε βασιλιά, αποτελούσαν ένα επίλεκτο σώμα ομήρων, με το οποίο εξασφαλιζόταν η πειθαρχία των φιλόδοξων αριστοκρατών. Αντίθετα, οι συνακολουθούντες οικείοι των στρατιωτών δεν αποτελούσαν ομήρους, αν και η παρουσία τους στο στρατόπεδο τους καθιστούσε εν δυνάμει ομήρους .

Καταστροφή πόλεων: Μία από τις παλαιότερες και σαφώς η διασημότερη καταστροφή πόλεως είναι αυτή της Τροίας. Ήταν η εσχάτη ποινή του πολεμικού δικαίου των αρχαίων Ελλήνων και σε συνδυασμό με τη λεηλασία και τον εξανδραποδισμό αποτελούσε την αποτελεσματικότερη μέθοδο εκφοβισμού των αντιπάλων και συνέτισης των συμμάχων, αλλά και εξαφάνισης ενός ενοχλητικού εμπορικού ή γεωστρατηγικού ανταγωνιστή (γι’ αυτό καταστράφηκε η Τροία και ζητήθηκε η καταστροφή της Αθήνας μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο). Οι εντυπωσιακότερες ενέργειες αυτού του είδους είναι η καταστροφή της Μήλου από τη δημοκρατική, αλλά Ηγεμόνα της Ελλάδος Αθήνα, και αργότερα της Θήβας από τον Αλέξανδρο.

Οι σημερινοί βομβαρδισμοί ολόκληρων περιοχών ή χωρών μόνο οριακά διαφέρουν στην ηθική από τις αρχαιοελληνικές πρακτικές. Το βέβαιο πάντως είναι ότι οι αρχαίοι Έλληνες, όταν προκαλούσαν ανθρώπινες ή υλικές καταστροφές, ούτε «ανθρωπιστικούς» λόγους επικαλούνταν ούτε «ηθικώς αποδεκτά» περιθώρια στατιστικού σφάλματος (παράπλευρες απώλειες) αναγνώριζαν. Απλώς εφάρμοζαν τον Νόμο του Ισχυροτέρου με τη γνωστή σκληρότητά του.

Εξανδραποδισμός: η τακτική των αρχαίων Ελλήνων να εξανδραποδίζουν (να πωλούν ως δούλους) τους ηττημένους, αδιακρίτως φύλου και ηλικίας, ήταν πολύ παλιά και συνήθης πρακτική των Ηγεμόνων της Ελλάδος ή μικρότερων περιοχών της, ακολουθούσε δε την άλωση πόλεων. Ήταν ένας τρόπος να απαλλάσσονται οι νικητές από επικίνδυνα ή ταραχοποιά στοιχεία αλλά και να προσπορίζονται σημαντικά οικονομικά οφέλη. Στην καταστροφή της Θήβας ο Αλέξανδρος εξανδραπόδισε περί τις 30.000 Θηβαίους και απεκόμισε 440 τάλαντα. Στην άλωση της Τύρου εξανδραπόδισε άλλες 30.000 γυναικόπαιδα, ενώ δεν παραδίδεται ο αριθμός των εξανδραποδισθέντων κατοίκων της Γάζας και των άλλων πόλεων της Ασίας.

Σφαγή: ήταν άλλη μία συνήθης τακτική των εμπολέμων ελληνικών κρατών. Η μελανότερη ίσως της αρχαίας ελληνικής ιστορίας είναι η σφαγή από τους Αθηναίους όλου του αντρικού πληθυσμού της Μήλου από την εφηβεία και πάνω στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο Αλέξανδρος δεν διέταξε μεν τη σφαγή ελληνικών πληθυσμών, αλλά δεν δίστασε να τη διατάξει για όσους βαρβάρους προέβαλαν αντίσταση κι έδιναν το κακό παράδειγμα στους άλλους. Οι σημαντικότερες σφαγές στην εκστρατεία του ήταν ο απαγχονισμός 2.000 αιχμαλώτων μετά την άλωση της Τύρου, στην Περσίδα που ήταν ο σκληρός πυρήνας της αυτοκρατορίας και όπου φαίνεται ότι συνάντησε αξιόλογη ανταρτική αντίσταση, καθώς και στη Σογδιανή όπου καθηλώθηκε επιχειρώντας επί 2 περίπου χρόνια. Στις σφαγές πληθυσμών πρέπει να προσθέσουμε και τις σφαγές στρατιωτών, σημαντικότερες από τις οποίες ήταν των Ελλήνων μισθοφόρων των Περσών στο Γρανικό και των Ινδών μισθοφόρων. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις το κίνητρό του ήταν προφανώς να καταστρέψει το δυναμικό και να τρομοκρατήσει τους αντιπάλους του. Στην περίπτωση των Ελλήνων μισθοφόρων του Γρανικού ενήργησε λάθος, διότι οι μισθοφόροι δεν είχαν τίποτα εναντίον του προσώπου του ή των επιδιώξεών του και, όπως φάνηκε στη συνέχεια, ελλείψει εργοδότη πρόθυμα του μίσθωναν τις υπηρεσίες τους. Στην Ινδία επίσης διέταξε να απαγχονισθούν πολλοί Βραχμάνες, επειδή ξεσήκωναν τον πληθυσμό εναντίον του.

Εξορία και εκτόπιση: είναι η «ανθρωπιστικότερες» από τις σκληρές πολιτικές τιμωρίες. Και στις δύο τιμωρίες πρωταθλητής αναδείχθηκε η Αθηναϊκή Δημοκρατία, κυρίως κατά την πρώτη περίοδο, που ηγεμόνευσε την Ελλάδα, με πιο μνημειώδεις περιπτώσεις τις καταδίκες σε εξορία του Αριστείδη του δίκαιου και του Θεμιστοκλή. Σε κάθε αλλαγή πολιτικών ισορροπιών εξορίζονταν, όσοι αποτελούσαν κίνδυνο για τη νέα κατάσταση. Όταν προκρινόταν δραστικότερη λύση από την εξορία επιλεγμένων προσώπων, οι αρχαίοι (Έλληνες και βάρβαροι) προχωρούσαν στην εκτόπιση ευρύτερων πολιτικών ομάδων ή ακόμη και ολόκληρων πληθυσμών. Οι Πέρσες μάλιστα είχαν και συγκεκριμένα μέρη συγκέντρωσης των εκτοπιζομένων, όπως τα νησιά της Ερυθράς Θάλασσας(Περσικού Κόλπου), και άλλα άγονα σημεία της αυτοκρατορίας τους. Ο Αλέξανδρος συνάντησε διάφορους ελληνικούς πληθυσμούς και ομάδες, που είχαν εκτοπισθεί σε διαφορετικές χρονικές στιγμές και για διαφορετικούς λόγους. Αυτές οι ομάδες ήταν οι τιμωρημένοι Έλληνες από διάφορες ιωνικές πόλεις, οι Ερετριείς από τους περσικούς πολέμους, οι Βραγχίδες και κάποιοι Βοιωτοί. Οι λόγοι για τους οποίους επιβαλλόταν η εκτόπιση ήταν κατ’ αρχήν πολιτικοί, πάντοτε όμως ο δράστης επωφελείτο οικονομικά, αφού τα εξοριζόμενα άτομα και οι εκτοπιζόμενοι πληθυσμοί έχαναν τις περιουσίες τους. Μερικές δε φορές είναι δύσκολο να διακρίνουμε, αν η εκτόπιση απλώς έφερε οικονομικά οφέλη ή αν επιβλήθηκε από αυτά, όπως στην περίπτωση της εγκατάστασης Αθηναίωνκληρούχων στη Σάμο.

Καταστροφή πόρων: επειδή το μεγαλύτερο μέρος των εφοδίων έπρεπε να εξευρίσκεται επιτοπίως, το πρόβλημα του ανεφοδιασμού για τους αρχαίους στρατούς ήταν πολύ οξύτερο, απ΄ όσο για τους σύγχρονους, που διαθέτουν μηχανοκίνητα και εναέρια μέσα μεταφοράς. Έτσι, όσο σημαντική ήταν η εξεύρεση πόρων, άλλο τόσο σημαντική ήταν και η αφαίρεση πόρων από τον εχθρό. Οι αμυνόμενοι στρατοί προσπαθούν παγίως να καταστρέψουν ο,τιδήποτε εντός της επικράτειάς τους θα μπορούσε να βοηθήσει τον επιτιθέμενο. Η τακτική, που είναι γενικά γνωστή ως καμένη γη, εφαρμοζόταν πολύ συχνά στην αρχαιότητα από Έλληνες και βαρβάρους, η πιο πρόσφατη δε εφαρμογή της έγινε κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τον Ερυθρό Στρατό, όταν η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση. Η επιτυχία της τακτικής αυτής ήταν ανάλογη της έκτασης της εφαρμογής της και περιελάμβανε την καταστροφή της ζωικής και γεωργικής παραγωγής, τη μόλυνση των πόσιμων υδάτων, την απομάκρυνση πληθυσμού και οικοσκευών, ακόμη και την αφαίρεση των ξύλινων τμημάτων των εγκαταλελειμμένων οικιών. «Διαθέτουμε τη φωτιά, με την οποία μπορούμε να καταστρέψουμε κάθε καρπό της γης, και … να σας αντιτάξουμε την πείνα, την οποία όσο γενναίοι κι αν είστε δεν θα μπορέσετε ποτέ να ξεπεράσετε» είπε χαρακτηριστικά ο Τισσαφέρνης στους Μύριους. Αν οι Πέρσες επιτελείςεισάκουαν τον Μέμνονα τον Ρόδιο και κατέστρεφαν τις πηγές ανεφοδιασμού πριν τη μάχη του Γρανικού, θα έφερναν σε εξαιρετικά δυσχερή θέση τον Αλέξανδρο, που τότε διέθετε εφόδια μόνο για μία εβδομάδα. Αλλά κι όταν τελικά αποφάσισαν να εφαρμόσουν την καμένη γη στη Μεσοποταμία, δεν το έκαναν στην έκταση, που έπρεπε, και ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να προελάσει σε εναλλακτικό δρομολόγιο.

Επίσης, τόσο στην αρχαιότητα όσο και σήμερα η προσπάθεια να πληγεί ο εφοδιασμός του αντιπάλου επιβάλλει την καταστροφή όλων των εφοδίων και του οπλισμού, που δεν μπορεί να μεταφέρει ένας στρατός και υποχρεώνεται να τα εγκαταλείψει πίσω του.

Θρησκεία: είναι σαφές ότι τους πολέμους δεν τους κατήργησε ούτε ο Χριστιανισμός, αντίθετα στο όνομά του έγιναν μερικά από τα πιο φρικιαστικά εγκλήματα στην ιστορία του ανθρώπου. Η αρχαία ελληνική θρησκεία ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τον πόλεμο, αφού περιλάμβανε και τον ανάλογο θεό. Οι ευσεβείς Έλληνες στρατηγοί απέδιδαν σε ναούς το 1/10 των εισπράξεων από την πώληση ανδραπόδων και λαφύρων, ενώ είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι σημαντικό μέρος από τμήματα πανοπλίας αφιερώνονταν ως αναθήματα σε αρχαίους ναούς. Ο Αλέξανδρος μόλις πάτησε στην Ασία πήγε στο ναό της Ιδαίας Αθηνάς, χρηματοδότησε την ανέγερση ναού της Πολιάδος Αθηνάς στην Πριήνη και ανήγειρε ναούς στην Αίγυπτο. Δεν χωράει αμφιβολία πως αν ήταν σύγχρονός μας θα τον βλέπαμε σε όλες τις επίσημες λειτουργίες και δοξολογίες.

Ταφή νεκρών: πόσο ιερό καθήκον ήταν η ταφή των νεκρών φαίνεται από την τιμωρία, που επέβαλαν οι Αθηναίοι στους ναυάρχους τους, όταν δεν περισυνέλεξαν από τη θάλασσα τους νεκρούς της ναυμαχίας λόγω τρικυμίας. Για τους νεκρούς του εχθρικού στρατοπέδου δεν προβλεπόταν καμία φροντίδα. Έτσι, τα οστά των πεσόντων κατά την εισβολή του Καμβύση στην Αίγυπτο (το 525 π.Χ.) παρέμεναν σκορπισμένα στο πεδίο της μάχης περί τα 70 χρόνια αργότερα, την εποχή του Ηροδότου. Ο Αλέξανδρος πάντοτε επιμελούνταν την απόδοση των προβλεπομένων τιμών στους νεκρούς της στρατιάς του και μετά τη μάχη της Ισσού επέτρεψε να χρηματοδοτηθεί από τα λάφυρα η ταφή των επιφανέστερων Περσών, αλλά όχι και των χαμηλόβαθμων, που φυσικά ήταν η συντριπτική πλειοψηφία.

Η ΣΤΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Σύνθεση και αριθμητική δύναμη
(Αρριανός Δ.25, Διόδωρος ΙΖ.9.2, 17.3, 57.3, Κούρτιος 8.5.4)
Η δύναμη της στρατιάς του Αλεξάνδρου είναι ένα από τα πολλά σημεία, για τα οποία έχουμε ελλιπείς πληροφορίες. Ούτε καν για την αρχική δύναμη, που ξεκίνησε από τη Μακεδονία, δεν έχουμε ακριβείς πληροφορίες και το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Αλέξανδρος έκανε τη βαλκανική εκστρατεία επικεφαλής των δυνάμεων του Κοινού Συνεδρίου των Ελλήνων. Αυτό είναι σαφές διότι:
  • ο Φίλιππος δολοφονήθηκε λίγους μήνες πριν επιτεθεί στην Περσία, άρα οι συμμαχικές δυνάμεις πρέπει να είχαν ήδη συγκεντρωθεί και να έκαναν τις τελευταίες προετοιμασίες
  • η στρατιά του Αλεξάνδρου μπροστά στα τείχη της Θήβας αριθμούσε περισσότερους από 30.000 πεζούς και 3.000 ιππείς, δηλαδή το σύνολο σχεδόν της δύναμης, με την οποία επιτέθηκε στην Περσία
  • η ολοσχερής καταστροφή της Θήβας αποφασίσθηκε από τους Έλληνες συμμάχους του Αλεξάνδρου
  • στους λίγους μήνες, που μεσολάβησαν ανάμεσα στην καταστροφή της Θήβας και την εισβολή στην Ασία, δηλαδή το χειμώνα του 335-334 π.Χ. ούτε αναφέρεται ούτε ήταν εφικτό να συγκεντρωθούν όλες οι συμμαχικές δυνάμεις και τα αναγκαία για την εκστρατεία εφόδια
Βέβαιο είναι επίσης ότι οι θρακικοί λαοί προσέφεραν στρατό στον Αλέξανδρο μόνο μετά την εναντίον τους εκστρατεία του και την πλήρη υποταγή τους.
Η συνολική δύναμη της αρχικής στρατιάς αποτελεί ένα από τα πολλά σημεία ασυμφωνίας των αρχαίων συγγραφέων, που παραδίδουν από 30.000 έως 43.000 πεζούς και από 4.000 έως 5.500 ιππείς, όπως αναλυτικά παρουσιάζουμε στον παρακάτω πίνακα.



Πλούταρχος



Διόδωρος Αλεξάνδρου Τύχη 327Ε Αλέξανδρος Ιουστίνος

Αρριανός 17.17.3-4 Αριστόβουλος Πτολεμαίος Αναξιμένης 15.1 11.6.2
Μακεδόνες Α.14. 12.000




Έλληνες σύμμαχοι Β.5. 7.000




Έλληνες μισθοφόροι Β.5.





Θράκες μισθοφόροι Β.5.





Ξένοι μισθοφόροι (πλην Θρακών) Β.9.





Μισθοφόροι
5.000




Αγριάνες ακοντιστές Α.14.





Αγριάνες τοξότες
1.000




Θράκες τοξότες Β.9.





Κρήτες τοξότες Β.9.





Οδρύσες, Τριβαλλοί & Ιλλυριοί
7.000




Σφενδονήτες Β.7.





Τοξότες Α.16.





ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΖΩΝ Α.11.> 30.000 32.000 30.000 30.000 43.000 30.000 -43.000 32.000
















Μακεδόνες Α.14. 1.800




Θεσσαλοί Α.14. 1.800




Έλληνες σύμμαχοι Α.14. 600




Θράκες & Παίονες Α.14. 900




ΣΥΝΟΛΟ ΙΠΠΕΩΝ Α.11.> 5.000 5.100 4.000 5.000 5.500 4.000 – 5.000 4.500
Ο Αρριανός, που είναι ο αναλυτικότερος ιστορικός στην περιγραφή των μαχών, μας δίνει μόνο κατά προσέγγιση σύνολα, ίσως διότι καμία από τις πηγές του δεν τον ικανοποιούσε. Αντίθετα, οΔιόδωρος, που είναι συνοπτικότερος και μικρότερης αξιοπιστίας, μας παραδίδει τον μοναδικό, κάπως αναλυτικό κατάλογο της αρχικής δύναμης της στρατιάς του Αλεξάνδρου. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μας επιτρέπεται να αποδώσουμε στον κατάλογο αυτό ιδιαίτερη αξία για τους παρακάτω λόγους. Ο Αρριανός στη μάχη του Γρανικού, στη διάβαση της Κιλικίας και στη μάχη της Ισσού αναφέρει τμήματα, που δεν προκύπτει να προσκολλήθηκαν κατά την προέλαση της στρατιάς, άρα ανήκαν στην αρχική της δύναμη, κι όμως δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο του Διόδωρου. Αλλά κι ο ίδιος ο Διόδωρος περιορίζει την αξία του καταλόγου του.

Συγκεκριμένα, δεν προσδιορίζει την ειδικότητα των βαλκανικών λαών (Οδρυσών, Τριβαλλών και Ιλλυριών), που αναφέρει. Επίσης αναφέρει τον παιονικό λαό των Αγριάνων ως τοξότες, ενώ από τον Αρριανό προκύπτει ότι ήταν ακοντιστές. Πάντως και οι δύο φαίνεται να συμφωνούν ότι οι Αγριάνες ήταν περίπου 1.000. Σε άλλο σημείο μας πληροφορεί ότι στους 600 ιππείς από τα συμμαχικά κράτη της νότιας Ελλάδος περιλαμβάνονταν Πελοποννήσιοι και Αχαιοί, δίνοντας την εντύπωση ότι η Αχαΐα δεν βρίσκεται στην Πελοπόννησο. Η αλήθεια είναι ότι αυτά δεν συνιστούν σοβαρά παραπτώματα, διότι όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν ανάλογες διατυπώσεις. Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι ότι απαριθμεί 5.100 ιππείς, αλλά τους αθροίζει σε 4.500!

Η αρχική στρατιά, με την οποία ο Αλέξανδρος επιτέθηκε εναντίον της Αχαιμενιδικής αυτοκρατορίας, ήταν περίπου τα ¾ της συνολικής στρατιωτικής δύναμης, που είχε συγκεντρωθεί. Το υπόλοιπο ¼, 12.000 πεζοί και 1.500 ιππείς, παρέμεινε επί ευρωπαϊκού εδάφους υπό τον Αντίπατρο, για να διατηρήσει τη Μακεδονική Ηγεμονία στην Ελλάδα και την υποταγή των θρακικών λαών. Στη δύναμη αυτή πρέπει να προσθέσουμε και τους 10.000 Μακεδόνες, που επιχειρούσαν στην Μ. Ασία ήδη επί ένα έτος, αν και δεν έχουμε πληροφορίες για τη δράση τους μετά τη δολοφονία του Φιλίππου. Μετά από κάθε νίκη και όσο η στρατιά προήλαυνε στην Ασία, προσκολλώντο και άλλες δυνάμεις από τα τοπικά στρατεύματα των υποτασσόμενων χωρών. Έτσι, κατά την εισβολή στην Ινδία και παρά τις φρουρές, που είχε αφήσει πίσω της σε όλη την Ασία, η στρατιά παραδίδεται ότι αριθμούσε 120.000 μάχιμους.


Τακτική

Η φύση της πολεμικής σύγκρουσης, που προετοίμασε ο Φίλιππος και πραγματοποίησε ο Αλέξανδρος, απαιτούσε κινητοποίηση μεγάλων στρατιωτικών σχηματισμών και μεγάλης κλίμακας μάχες. Παρά ταύτα δεν έλειψαν οι ανορθόδοξες τακτικές, που παραδοσιακά χρησιμοποιούσαν οι ελληνικοί στρατοί, για να νικήσουν με τις μικρότερες δυνατές απώλειες σε χρόνο, προσωπικό και πόρους. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα ανά κατηγορία είναι τα ακόλουθα.

Στη Μύνδο ο Αλέξανδρος ήλθε σε συναλλαγή με μερίδα των κατοίκων, οι οποίοι προτιμούσαν την παράδοση, αλλά τελικά εξουδετερώθηκαν από εκείνους, που προτιμούσαν την αντίσταση. Ως κορυφαία περίπτωση συναλλαγής πρέπει να θεωρήσουμε την παραμονή στα αξιώματά τους των αξιωματούχων του περσικού κράτους, που παραδίδονταν. Αν και δεν καταγράφεται άμεσα από τις αρχαίες πηγές, όλες οι σχετικές περιπτώσεις πρέπει να θεωρούνται ως αποτέλεσμα προηγηθείσης συμφωνίας, διότι τέτοιες συμφωνίες ήταν αμοιβαία επωφελείς και εξασφάλιζαν στον μεν Αλέξανδρο μεγάλη ταχύτητα προέλασης και πρόσθετους πόρους, στους δε συναλλασσόμενους αξιωματούχους προνόμια ανάλογα ή ίδια με όσα ήδη κατείχαν.

Νυχτερινές επιχειρήσεις καταγράφονται μόνο δύο και είναι αμυντικές, η πρώτη στην Αλικαρνασσόκαι η δεύτερη στη χώρα των Ασπασίων. Ο λόγος που δεν τις επέλεξε ο Αλέξανδρος είναι ότι διεξάγονται επιτυχώς από μικρές δυνάμεις εναντίον μεγάλων, ενώ οι δικές του δυνάμεις ήταν ήδη μεγάλες και θα αντιμετώπιζαν δυσκολία στο συντονισμό τους. Στα Γαυγάμηλα γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο απέρριψε την πρόταση για νυχτερινή επίθεση και μάλλον γι’ αυτό το λόγο κατέρρευσε το εκτεταμένο περσικό μέτωπο.

Στη Σογδιανή Πέτρα καταγράφεται η μόνη πραγματική (και εντυπωσιακή από τεχνική άποψη) καταδρομική επιχείρηση, η οποία ωστόσο σχεδιάσθηκε για να φέρει ψυχολογικό και όχι τακτικό αποτέλεσμα. Στον Υδάσπη καταγράφεται χρήση παραπλανητικών πληροφοριών και ενεργειών. Ο Αλέξανδρος διέδιδε ότι δεν σκόπευε να περάσει τον ποταμό πριν πέσει η στάθμη του και τις νύχτες μετακινούσε άσκοπα διάφορα τμήματα, ώστε να πείσει τον Πώρο για τις διαδιδόμενες προθέσεις του. Τελικά κατάφερε να αιφνιδιάσει τον Πώρο και να αποβιβάσει τις δυνάμεις του στην ανατολική όχθη του Υδάσπη, χωρίς να γίνει έγκαιρα αντιληπτός. Λόγω της απόκρυψης των πλωτών μέσων και των καιρικών συνθηκών, υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η απόβαση, μπορούμε να τη θεωρήσουμε και ως καταδρομική επιχείρηση.

Μία άλλη σημαντική παρατήρηση είναι ότι σε όλες τις συγκρούσεις ο Αλέξανδρος απέφυγε να χρησιμοποιήσει ως δύναμη κρούσης τους υποταγμένους βαρβάρους της Ασίας, δηλαδή δεν έκανε το λάθος, που έκανε ο Δαρείος στη μάχη της Ισσού με τους Κάρδακκες (Κούρδους). Χρησιμοποιούσε πάντοτε το αρχικό τμήμα της στρατιάς, που ξεκίνησε από την Ελλάδα, και μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις χρησιμοποίησε εξειδικευμένα τμήματα ασιατών, όπως ήταν οι ιπποτοξότες.
(Ηρόδοτος Ζ.42-43, Η.12, Ξενοφών Κύρου Ανάβασις Β.ΙΙΙ.17, Γ.ΙV.5, Ζ.Ι.7, 11, 34, Ζ.ΙΙΙ.38, Ιππαρχικός 7.9, Αινείας ο Τακτικός 24, 27, Αρριανός Α.4, 21, Β.4, 12, 27, Γ.6, ΣΤ.5, 9, Πλούταρχος Αλέξανδρος 19.3, 10-11, 24.2, 28.4-5, Αλεξάνδρου Τύχη Β.339.C, Διόδωρος ΙΣΤ.42.9, ΙΖ.65.2-3, 83.5, 95.4-κ.ε., Πολύαινος Α.2, Γ.9.31, 51, Δ.3.15)







0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου