Παρασκευή 30 Μαρτίου 2018

Αρνίσιο ή κατσικίσιο κρέας;



Ας δούμε τις διατροφικές διαφορές ανάμεσα στο αρνίσιο και το κατσικίσιο κρέας.


ΑΡΝΙ:


Το αρνί είναι ένα από τα πιο λιπαρά κρέατα, με τα πιο άπαχα μέρη του να έχουν διπλάσια περιεκτικότητα σε λίπος σε σχέση με το μοσχάρι. Παρόλα αυτά, το άπαχο μέρος από το μπούτι του αρνιού περιέχει μόνο 5 γραμμάρια λίπους ανά 100 γραμμάρια ενώ το άπαχο μέρος από το στήθος 11 γραμμάρια αντίστοιχα.

Το αρνί είναι από τις καλύτερα απορροφήσιμες πηγές σιδήρου η οποία και αυξάνεται ακόμα περισσότερο αν το καταναλώσουμε με λεμόνι. Επίσης είναι ιδιαίτερα πλούσια πηγή ψευδαργύρου. Ο ψευδάργυρος είναι ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό με προστατευτική δράση απέναντι σε τυχόν ιώσεις, Επιπλέον, τα αρνί είναι πλούσιο σε σελήνιο, σε χαλκό και σε μαγγάνιο.

Μια φυσιολογική μερίδα αρνιού αρκεί για να καλύψει τη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη σε Β12 η οποία είναι μια ζωτικής σημασίας βιταμίνη καθώς βοηθάει κυρίως στη σωστή λειτουργία του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Ακόμα, είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας του συμπλέγματος Β και ανόργανα συστατικά και μπορεί να αποτελέσει ένα εξαιρετικό συστατικό μιας υγιεινής διατροφής. Περιέχει και τα 8 απαραίτητα αμινοξέα

Τα 100 γραμμάρια αρνίσιου κρέατος αποδίδουν 375 θερμίδες και 15 γραμμάρια λίπους κατά μέσο όρο.

Το καλό ωστόσο με το αρνί (και με το κατσίκι) είναι ότι τα λίπη τους είναι απόλυτα ορατά. Επομένως, εφόσον αφαιρεθούν, γίνονται σαφώς μια πιο διαιτητική επιλογή με τη μισή σχεδόν περιεκτικότητα σε λιπαρά από ότι αρχικά. Τα οφέλη της κατανάλωσης αρνιού είναι αρκετά και σημαντικά. Καταρχήν, συμβάλλει δραστικά στην ανάπτυξη και στη διατήρηση της μυϊκής μάζας καθώς είναι μια εξαιρετική πηγή πρωτεΐνης.

Επιπρόσθετα, το αρνί μπορεί να βελτιώσει τη λειτουργία των μυών, την αντοχή κατά τη διάρκεια της άσκησης, αλλά και την αθλητική απόδοση.

Τέλος, ως πλούσια πηγή σιδήρου βοηθάει στην πρόληψη της αναιμίας.

Στα αρνητικά τώρα, μερικές επιδημιολογικές μελέτες έχουν συσχετίσει την υψηλή πρόσληψη κόκκινου κρέατος με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου αλλά και καρδιακών παθήσεων. Ωστόσο, τα στοιχεία είναι κάπως μπερδεμένα και άλλες μελέτες δεν έχουν επιβεβαιώσει σαφή συσχέτιση .Αυτό οφείλεται στις μολυσματικές- τοξικές- καρκινογόνες ουσίες και ενώσεις που προκύπτουν όταν το κόκκινο κρέας είναι είτε παραψημένο είτε ψημένο στα κάρβουνα.

Για αυτό το λόγο συστήνεται θερμά η χρήση λεμονιού, το οποίο ουσιαστικά ‘’καθαρίζει’’το κρέας και το καθιστά απόλυτα ασφαλές για κατανάλωση. Αυτό διότι, το λεμόνι έχει αντισηπτικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες. Επίσης, το κόκκινο κρέας έχει αυξημένη περιεκτικότητα σε πουρίνες, οι οποίες αυξάνουν το ουρικό οξύ στο αίμα, με αποτέλεσμα να προκαλείται ουρική αρθρίτιδα όταν υπάρχει υπέρμετρη κατανάλωση. Τέλος, ακριβώς επειδή στη πέτσα του αρνιού περιέχεται το μεγαλύτερο ποσοστό κορεσμένου λίπους, καλό είναι αυτή να αφαιρείται.

Συμπερασματικά λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι, η μέτρια κατανάλωση άπαχου αρνιού το όποιο είναι ελαφριά μαγειρεμένο είναι μια ασφαλή και υγιεινή επιλογή.


ΚΑΤΣΙΚΙ:

Το κατσίκι τώρα, έχει πολύ καλή γεύση και είναι πολύ υγιεινό. Είναι ένα κρέας χαμηλό σε λιπαρά, χοληστερόλη, κορεσμένα λιπαρά (κακά λιπαρά) και θερμίδες.

Το κατσικίσιο κρέας έχει 50% χαμηλότερη περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά και 30% λιγότερες θερμίδες συγκριτικά με το βοδινό κρέας ενώ έχει 40% λιγότερα κορεσμένα λιπαρά σε σχέση με το κοτόπουλο και 25% λιγότερες θερμίδες! Πολλές από τις θερμίδες που λείπουν από το κατσικίσιο κρέας προέρχονται από την κατηγόρια του λίπους ενώ μόνο τυχαίο και συμπτωματικό δεν είναι ότι στο χώρο που απαιτείται δυο αγελάδες για να βοσκήσουν, μπορούν να βοσκήσουν εύκολα δέκα κατσίκες.

Το κατσίκι είναι πλούσιο σε συνένζυμο Q10, η αντιοξειδωτική δράση της οποίας μειώνει την LDL – κακή χοληστερόλη- , προλαμβάνοντας τη στεφανιαία νόσο καθώς και τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή. Επίσης, είναι πολύ πλούσιο σε L-καρνιτίνη η οποία είναι μια ουσία που έχει λιπολυτική δράση.

Τέλος, το κατσίκι είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε γ-λινολεϊκό οξύ (CLA), το οποίο συμβάλλει τόσο στην ελάττωση του λίπους σε υπέρβαρα άτομα όσο και στη βελτίωση του λιπιδαιμικού τους προφίλ.
Τελικά τι επιλέγουμε;

Αν συγκρίναμε το κατσίκι με το αρνί, θα διαπιστώναμε ότι το κατσίκι υπερτερεί δεδομένου ότι περιέχει σημαντικά θρεπτικά συστατικά, τα οποία βοηθούν στη μείωση του σωματικού λίπους και έχει λιγότερες θερμίδες και κορεσμένο «κακό λίπος» συγκριτικά με το αρνί. Ωστόσο, στα πλαίσια της ισορροπημένης διατροφής και τα δύο μπορούν να καταναλωθούν σε μέτριες πάντα ποσότητες.


Νίκος Θεοδωράκης
Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, BSc
Διευθυντής Διαιτολογικής Μονάδας ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ Χανιά
Μέλος της Ελληνικής Διατροφολογικής Εταιρείας
theodorakis @ logodiatrofis.gr

1 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Είναι μια "ασφαλής" και υγιεινή διατροφή! Επιτέλους λίγη γραμματική δεν βλάπτει

Δημοσίευση σχολίου